αμφιβληστροειδής

αμφιβληστροειδής
O εσωτερικότερος από τους χιτώνες που αποτελούν τα τοιχώματα του οφθαλμικού βολβού. Είναι χιτώνας αισθητήριος και θεωρείται το κυριότερο μέρος του οργάνου της όρασης, επειδή πάνω σε αυτόν το φως –φυσικό ερέθισμα– μετατρέπεται κατάλληλα ώστε να παράγει εντύπωση –φυσιολογικό ερέθισμα– η οποία φτάνοντας στον εγκέφαλο προκαλεί την αίσθηση του φωτός. O α. έχει πάχος μόλις μερικά δέκατα του χιλιοστού και ακουμπάει στον χοριοειδή, όπως η λεπτή μεμβράνη του αβγού πάνω στο κέλυφος. O α., όπως και το οπτικό νεύρο, είναι συνέχεια του κεντρικού νευρικού συστήματος· πιο συγκεκριμένα, είναι ένα τμήμα του διεγκεφάλου μετατοπισμένο στην περιφέρεια. Όταν παρατηρούμε τον α. με γυμνό μάτι από την εσωτερική του όψη (που περιβάλλει το υαλώδες σώμα) διακρίνουμε δύο χαρακτηριστικά σημεία: την ωχρά κηλίδα, ακριβώς στον πίσω πόλο του οφθαλμικού βολβού, και την οπτική θηλή, που αντιστοιχεί στο σημείο εισόδου του οπτικού νεύρου στον α. Η οπτική θηλή έχει διαφορετική κατασκευή από την ωχρά κηλίδα: ενώ αυτή είναι το κέντρο της μέγιστης οπτικής ικανότητας, το τυφλό σημείο (οπτική θηλή) δεν έχει ούτε κονία ούτε ραβδία και γι’ αυτό οι εικόνες των αντικειμένων που σχηματίζονται πάνω σε αυτό το σημείο δεν παράγουν οπτικό αίσθημα.
* * *
-ές (Α ἀμφι βληστροειδής)
1. αρχ. ο όμοιος με αμφίβληστρο, με δίχτυ
2. (Ανατ.) ο χιτώνας τού βολβού τού ματιού, στον οποίο λαμβάνει χώρα η νευρική διέγερση από το φυσικό φως και αρχίζει η αίσθηση της όρασης. Ο υπόλοιπος βολβός είναι ένα ερειστικό περίβλημα που ρυθμίζει τη θρέψη τού ματιού και συλλαμβάνει και εστιάζει εικόνες, προσαρμόζοντας τον φακό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφίβληστρον + -ειδής < εἶδος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀμφιβληστροειδής — net like masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμφιβληστροειδής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή 1. αυτός που μοιάζει με αμφίβληστρο (δίχτυ). 2. «αμφιβληστροειδής χιτώνας», εσωτερικός χιτώνας του ματιού μεταξύ του χοριοειδούς και του υαλοειδούς σώματος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀμφιβληστροειδῆ — ἀμφιβληστροειδής net like neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιβληστροειδεῖ — ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιβληστροειδές — ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem voc sg ἀμφιβληστροειδής net like neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιβληστροειδοῦς — ἀμφιβληστροειδής net like masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μάτι — Το αισθητήριο όργανο της όρασης, με το οποίο γίνεται αντιληπτό το φως, το σχήμα και το χρώμα των φωτιζόμενων αντικειμένων. Ο άνθρωπος φέρει δύο οφθαλμικούς βολβούς, οι οποίοι καταλαμβάνουν τις οφθαλμικές κόγχες. Έχουν χαρακτηριστικό σφαιροειδές… …   Dictionary of Greek

  • ψαριά — Σύμφωνα με τις σύγχρονες ταξινομήσεις, τα ψ. αποτελούν μια υπερκλάση η οποία περιλαμβάνει τα σπονδυλωτά που είναι προσαρμοσμένα στην υδρόβια ζωή. Στα επιστημονικά συγγράμματα αναφέρονται και με την ονομασία ιχθύες. Από αυτά μελετήθηκαν έως σήμερα …   Dictionary of Greek

  • αμφιβληστροειδίτιδα — η Ιατρ. φλεγμονή τού αμφιβληστροειδούς χιτώνα τού ματιού, στον οποίο, επειδή δεν διαθέτει αγγεία, παράγεται από επέκταση από τους πάσχοντες γειτονικούς ιστούς, όπως τον χοριοειδή χιτώνα (χοριοαμφιβληστροειδίτιδα), τη θηλή τού οπτικού νεύρου… …   Dictionary of Greek

  • αισθητήρια όργανα — Όργανα που επιτρέπουν στους ζωικούς οργανισμούς να παίρνουν πληροφορίες από το περιβάλλον τους. Στα κατώτερα ζώα (πρωτόζωα) συναντάμε διάχυτη ευαισθησία, ενώ στα ανώτερα η λήψη των πληροφοριών γίνεται με τη βοήθεια διαφοροποιημένων αισθητηρίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”